20120320

τρίτη 20 μαρτίου 2012 _ στις 20 για τις 21

















Στο "104", Κέντρο Λόγου και Τέχνης των Εκδόσεων Καστανιώτη, Θεμιστοκλέους 104 (Εξάρχεια), Αθήνα, στις 18:00 (6:00 μ.μ.), την Τρίτη 20 Μαρτίου 2012, παραμονή της Παγκόσμιας Ημέρας τής Ποίησης και, βεβαίως, ανήμερα της εαρινής ισημερίας, στα πλαίσια των μηναίων ποιητικών εκδηλώσεων «Με τα λόγια (γίνεται)», οι


Μαίρη Γιόση, Γιάννης Δάλλας, Κατερίνα Ηλιοπούλου, Παναγιώτης Ιωαννίδης, Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου, Γιάννα Μπούκοβα, Ευτυχία Παναγιώτου, Ιορδάνης Παπαδόπουλος, Γιάννης Πατίλης, Αλεξάνδρα Πλαστήρα, Σταμάτης Πολενάκης, Μόμα Ράντιτς, και Γεωργία Τριανταφυλλίδου

διάβασαν ποιήματα των

Ελένης Βακαλό, Επαμεινώνδα Χ. Γονατά, Νίκου Εγγονόπουλου, Ανέστη Ευαγγέλου, Κώστα Καρυωτάκη, Νίκης-Ρεβέκκας Παπαγεωργίου, Δημήτρη Παπαδίτσα, Μήτσου Παπανικολάου, Τάκη Παπατσώνη, Τάκη Παυλοστάθη, Νίκου Γαβριήλ Πεντζίκη, Αλέξη Τραϊανού, και Άνθου Φιλητά.


Καθώς ανασταίνόταν η φύση, υποδεχθήκαμε την Άνοιξη, ξαναζωντανεύοντας τα λόγια τεθνεώτων Ελλήνων ποιητών και ποιητριών. Ενώ το χώμα ετοιμαζόταν να ξαναθυμηθεί ό,τι κοιμόταν εντός του, εμείς ξανακούσαμε, με την ζώσα φωνή σημερινών ποιητριών και ποιητών, λέξεις ίσως λησμονημένες.

Συγκεκριμένα:


Η Ευτυχία Παναγιώτου διάβασε Ελένη Βακαλό:


Το μάτι του πατέρα μου

Ο πατέρας μου είχε ένα γυάλινο μάτι.
Τις Κυριακές που καθότανε σπίτι έβγαζε από την τσέπη του
κι άλλα μάτια, τα γυάλιζε με την άκρη του μανικιού του
και φώ-
ναζε τη μητέρα μου να διαλέξει. Η μητέρα μου γελούσε.
Τα πρωινά ο πατέρας μου ήταν ευχαριστημένος. Έπαιζε το μάτι
στη φούχτα του πριν το φορέση και έλεγε πως είναι ένα καλό μάτι.
Όμως εγώ δεν ήθελα να τον πιστέψω.
Έρριχνα ένα σκούρο σάλι στους ώμους μου
τάχα πως κρυώ-
νω κι ήταν για να παραμονέψω. Στο τέλος τον είδα μια μέρα να
κλαίει. Δεν είχε καμιά διαφορά από ένα αληθινό μάτι.
Αυτό το ποίημα δεν είναι για να το διαβάσουν
όσοι δεν μ’ αγαπούνε ακόμη
κι από κείνους που δεν θα με ξέρουν
αν δεν πιστεύουνε πως υπήρξα
σαν και κείνους.
Ύστερα από την ιστορία με τον πατέρα μου,
υποψιαζόμουνα και όσους είχαν αληθινά μάτια.


Η εξομολόγησή μου για πρώτη φορά

Ας γραφεί με το αληθινό όνομά της
Ε ξ ο μ ο λ ό γ η σ η
Και όχι καθόλου προσπάθεια ποιητική
Αφού έτσι πρέπει
Να πονέσω
Ακόμα πιο πολύ
Γι’ αυτό

Μπορούσα να αμύνομαι
Τώρα το λέω μοναξιά

Σχετικά προσθέτω στις αναμνήσεις μου πως είχα κάποτε ένα σκυλί.
Σκεφτόμουνα πως δε θα ήτανε τίποτα πιο ωραίο απ’ το να είσαι σκυλί.
Έτσι όπως τα χτυπάς και υποτάζονται.
Είναι αρκετός καιρός.

Κι όσο γι’ αυτά που σας άφησα
Σήμερα
Να υπονοηθούν
Δεν είναι από αγάπη
Το θέλησα
Γιατί στο δάσος βουλιάζει κανείς
Μόνο για να μπορέσω
Από κάπου να βγω

(Στιγμή μεγάλης αναπνοής)

Αυτό το ποίημα
Είναι η τελευταία μου επαναστατική πράξη
Πριν υποκύψω
Στων αλλοφύλων τις συμβουλές


[Τα φυτά έχουν...]

Τα φυτά έχουν άλλη απ’των ανθρώπων την αγωγή
Ότι δεν κινούνται δεν είναι μοναδικό
Ούτε πως δεν αυτοκτονούν
Τα φυτά είναι μονίμως επαναστατικά
Σκεφτείτε πως την ώρα του φεγγαριού αυξάνουνε τα φυτά



- καθώς επίσης και τα ποιήματα:

Η μικρή θεατρίνα στο σινικό τείχος
Αχ, πώς τον γνωρίζω τον υψηλό μου αφέντη
Η ασπροντυμένη

- από το βιβλίο Το άλλο του πράγματος – Ποίηση 1954-1994, Νεφέλη, 1995.

Η Γιάννα Μπούκοβα διάβασε Επαμεινώνδα Χ. Γονατά:
«Θα μας διώξουν»
στο Μίλτο Σαχτούρη

Δεν ξέρω πώς βρέθηκα σ' αυτό το άθλιο θαλασσοχώρι. Δεν ξέρω αν πρέπει να φύγω ή να μείνω. Δε θυμάμαι πότε ήρθα κι από που. Ίσως να ’χω περάσει ολόκληρη ζωή εδώ. Ένα μικρό παιδί κουρελιάρικο μου γνέφει απ’ το φεγγί­τη να σταματήσω. «Τι να σταματήσω;», του λέω, σηκώνοντας το κεφάλι τόσο ψηλά πού παρά λίγο να κυλήσει στην πλάτη μου. Κάθουμαι πάνω σ’ ένα αμόνι και τα πόδια μου κρέμονται κίτρινα κι αδύνατα ως το πάτωμα· δε θέλω να τα βλέπω γιατί άμα τα βλέπω με πιάνει τρεμούλα ότι έγινα πρόβατο. Γύρω μου παντού γυαλίζουν κομμάτια ντενεκέδες, σβησμένα κάρβουνα και τρίμματα τρίμ­ματα ψιλά σίδερο. Το παιδί μου δείχνει το μικρό μουσικό όργανο πού έχω στα γόνατα μου και το χαϊδεύω. Για φαντά­σου, δεν το πρόσεξα! Είναι κατακίτρινο και μακρουλό σαν πεπόνι· το ’χω φτιά­ξει ο ίδιος με τα χέρια μου.
«Μην παίζεις», μου ψιθυρίζει σιγά κι απ’ τα μάτια του στάζουν βροχή τα δάκρυα πάνω στα κάρβουνα. «Ακού­γεσαι δίπλα στο μαγαζί. Δεν καταλαβαί­νεις πώς θα μας διώξουν;»


- από το βιβλίο Οι αγελάδες, Κείμενα, 1980.



Ο Μόμα Ράντιτς διάβασε δύο ποιήματα του Νίκου Εγγονόπουλου:

Οι φωνές

και

Syllabaire II

les mots âcres
et subtils
sertis
en les réminiscences abstraites
des îles
partages en mon
cœur
(qu’ils simulent)
les roses roses de ma vie
des roses roses
de ma mort

Η Ευτυχία-Αλεξάνδρα Λουκίδου διάβασε ποιήματα του Ανέστη Ευαγγέλου

Η Αλεξάνδρα Πλαστήρα διάβασε μια σύνθεση από ποιήματα και στίχους του Κώστα Καρυωτάκη

Ο Παναγιώτης Ιωαννίδης διάβασε τα εξής ποιήματα της Νίκης-Ρεβέκκας Παπαγεωργίου:

Οι απαντήσεις
Αίγινα
Οι επισκέψεις
Το κρυφτό
Ο ελέφαντας και το γατί
Η φακή
Εύνοια
Έκθεση

- από το βιβλίο Του λιναριού τα πάθη ~ Ο μέγας μυρμηκοφάγος, Άγρα, 1993.


Ο Γιάννης Δάλλας διάβασε ποιήματα από τρεις ‘στιγμές’ του Δημήτρη Παπαδίτσα:

α) Από την ‘υπερρεαλιστική’ του περίοδο, και τα βιβλία Εντός παρενθέσεως Β’ και Περιπέτεια:

«Άφεσις αμαρτιών»
«Έξοδος»

β) Από την ‘μυστικιστική’ του περίοδο, υπό την σκιά του Κάλβου, αποσπάσματα από το Εν Πάτμω

γ) Και, στο κλίμα των Ορφικών, από το βιβλίο Διάρκεια:

«Αίσθηση στη Βραυρώνα»

Η Γεωργία Τριανταφυλλίδου διάβασε τα ποιήματα του Μήτσου Παπανικολάου:

Ύπνος
Sonnet (σε μετάφραση)
Αθανασία
Νοσταλγία
Ύδρα
Παραίσθηση
Τοπίο

Η Κατερίνα Ηλιοπούλου διάβασε δύο ποιήματα του Τάκη Παπατσώνη:

Beata Beatrix

Είδα τη Βεατρίκη μου στο δρόμο, κι’ ευθύς ο δρόμος έγινε δρόμος ονείρου.
Αντιπαρήλθα πλάι της σα διαβάτης, και όλη η ψυχή μου άνθισε ως σε άνοιξη.
Χαθήκαμε κι’ οι δυο στην κίνηση της πόλης, αλλά πλουτίσαν οι ανάμνησές μας
με την εικόνα του άλλου ζωντανή, και συντροφιά τα δυο του μάτια φωτοβόλα.
Στο πλάι μου, Φύλακες Αγγέλοι, αιωρούμενα τα βλέμματα της αγάπης.
Άστρα εξαιρετικά στ’ ολόμαυρο Στερέωμα του γύρω μου κενού, έρημου χώρου.
Μας εδάμασε και τους δυο το μυστήριο που καλύπτει την ψυχή του πλησίον.
Μας έφερε αντιμέτωπους, στο χάος του εγκόσμιου βίου, πρόσωπο προς πρόσωπο.
Η κοινότατη γένηκε με μιας ζωή, για μας, θαύμα ονείρου.
Και τέφρα πολλή συγκάλυψε την πριν ανόητη φωτοχυσία.
Με μεγαλοπρέπειαν ανάτειλε για μας ο φλογερός ο Ήλιος των Μεσονυχτίων,
που συγκρατεί στην αγκαλιά του όλα τα πλήθη των Αστερισμών του Στερεώματος,
και ουδέποτε αναζήτησε τον όλεθρό τους στη γαλανή εξαφάνιση.
Μας εσυγκάλυψαν με μιας τα πυκνά νυχτερινά σύννεφα.
Επερπατήσαμε νυχτερινά σε δασώδη βουνά, σε συννεφιές μουντές, σαν θεοί·
χανόνταν οι συνομιλίες μας σε αιώνιες εκτάσεις,
κινούσαμε το ενδιαφέρον όλης της πλάσης, αγαπημένοι καθώς διαβαίναμε.
Σκοπός κανένας ή επιθυμία δε μας οδηγούσε σ’ αυτούς τους περιπάτους.
Ήταν η ξενοιασιά κι’ η αμεριμνησία των σκοτεινών κόσμων.
Η ευτυχία του μυστηρίου, που κρατώντας μας απ’ το χέρι, μας οδηγούσε.
Δεν μας ετάρασσε η συνάντηση των ρυακιών, των πουλιών τα πετάγματα,
ούτε το φύσημα των ανέμων, ούτε ο θόλος της υγρασίας.
Όλα ήταν γοητεία, τα δώρα ουράνια, και ανάπαυση πάρα πολλή.
Αλλά ήρθε ο Χρόνος να σημάνει, ο γήινος, με τους μεταλλικούς τούς ήχους,
που, αυτοί, περνούνε αλάθητα, σα σφαίρες, τα διαστήματα
και φθάνουν ώς εμάς. Ήρθαν τα ρόδινα σύννεφα της Αυγής.
Ήρθεν ο Ήλιος. Να βγαίνει από τη θάλασσα και να φωτίζει.
Ήρθεν η Μέρα. Και η σφραγίδα των πλανήσεών μας.
Και οι δρόμοι να πληθαίνουνε από κίνηση, περίσκεψη πολλή, ασχολίες εγκόσμιες.
Μόνος προς την Ανάμνηση ανυψώνω τώρα τα χέρια ικετευτικά,
να μου χαρίζει κάποτε με όλη τη δύναμη τις στιγμές των ονείρων,
τώρα, που εφυγαδεύθηκαν, ίσως για πάντα, οι τέτοιες απέραντες νύχτες.


και

Πρώτες χλόες την άνοιξη


Ο Γιάννης Πατίλης διάβασε τα ποιήματα του Τάκη Παυλοστάθη:

Φωνή μυρίων (Ελλήνων)
Πορτοκάλι
Ο άλλος
Το σπίτι
Πρακτορείο ημερήσιου και περιοδικού τύπου σε μικρή πόλη
Θανάσης με δύο χέρια
‘Ενα σπίτι έχει πολλές ανάγκες
[Έλα να πάμε απ’ το κακό στο χειρότερο]

- από την συγκεντρωτική έκδοση, Ποιήματα και Πεζά 1964-1999, επιμ. Δημήτρη Αρμάου, εκδ. Νεφέλη, 2006.


Ο Ιορδάνης Παπαδόπουλος διάβασε Νίκο Γαβριήλ Πεντζίκη:

Μικρό Αρχείο-Φωλίτσα Έρωτος Άννας και Αντώνη του ΝΓΠ
Που γεννήθηκε στα 1908 και πέθανε το 1993. 14 χρονών έγραψε μια παγκόσμια γεωγραφία. Εν συνεχεία άρχισε να γράφει εκφραζόμενος προσωπικά πάνω στο σχήμα «Η Λαφίνα» και «Του Κίτσου η μάνα». Από το 1967 εργάζεται πάνω στο συναξαριστή του Αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου. Από τότε ό,τι κι αν επιχειρεί να γράψει, βασίζεται στην αριθμητική και ψηφαριθμητική επεξεργασία του συναξαριστή της ημέρας.
ΣΥΝΑΞΑΡΙΣΤΗΣ ~ αυτός που γράφει για τις ζωές άλλων, κατάλοιπα πραγματικά επιδεχόμενα αναρίθμητων επεξεργασιών ίσαμε που διάσπαρτα να φωτίσουν την απέραντη έκταση όπου (συν Θεώ) αναπαύονται τα περασμένα.
«Όλα τα λέω ποίηση και πια δεν νευριάζω»

Ερμάριο 9
Φακ. 8 - Εράνισμα εκ της Βιολογίας για τα νυκτολαμπή πλαγκτόν. Οι ψαράδες τα ονομάζουν με λέξη άπειρα ερωτική: διακαμό.
Αφήγηση περί ενός κοριτσιού που λεγόταν Άννα. Μια μέρα περνώντας από την οδό Αντωνίου Νίνη κατάλαβε ότι αγαπούσε απερίγραπτα πολύ έναν υπάλληλο στο Δημόσιο που λεγόταν Αντώνης. Έδεσε λοιπόν τα χέρια της κατά τον τρόπο που σμίγουν τις παλάμες οι επιχειρούντες πορεία πάνω σε αναμμένη φωτιά, θέλοντας να χτίσει γέφυρα που θα την αντάμωνε με τον ανυποψίαστο άντρα που βρισκόταν μακριά. Η αφήγηση περατούται με την παράθεση της γνώμης πολλών που συνέπεσε να την προσέξουν ότι έμοιαζε με στυμμένη λεμονόκουπα.
Φακ. 7 - Αφήγηση για έναν που αγαπά και θέλει ν’ ανακαλύψει τον εαυτό του.
Διήγηση για μια κόρη που ακούει και σκύβει να δει πού υπάρχει φως. Τη βλέπει ένας άγουρος και τη γεμίζει φιλιά. Το πηγούνι της λυχνάρι φαρφουρί διώχνει από την καρδιά του κάθε φόβο. Σκηνοθεσία αφθόνου χιονιού που σκεπάζει τα πάντα, όπως ένα άσπρο μαντήλι καλύπτει το πρόσωπο νεκρού.
Αφήγηση που αναφέρει ότι το άναμμα του αισθήματος, του το προκάλεσε με την επιμονή της η Αλεπού, χαρίζοντάς του ένα γλαστράκι με θαυμάσια κυκλάμινα και τα έτι θαυμασιότερα χείλη της για ένα φιλί. Ο καημένος εξακολουθεί να απορεί γιατί εκείνο το φιλί δεν είχε δεύτερο και του πονάει ολόκληρο το σώμα βυθισμένο στη φτώχεια, που τον μειώνει σε σημείο να καμαρώνει όσους πιάνουν το τουφέκι και γίνονται επαναστάτες, να χαλάσουν αυτό τον ψεύτικο κόσμο για έναν άλλον καλύτερο, όπου δίχως βέβαια να το λέει πιστεύει με όλη του τη δύναμη πως θα έχει όσα φιλιά θέλεις.
Φακ. 9 - Ποίημα όπου μια κοπέλα ονόματι Άννα παραβάλλεται με κάμαρη γεμάτη ωδικά πτηνά
Απόσπασμα σχετικό με την Αρχαία Τέχνη: «Δια της μνήμης γαλουχούνται τα αγάλματα, ίσαμε που γίνονται ιδέες»
Φακ. 10 - Ερωτική επιστολή όπου κάποια Άννα εξομολογείται σε κάποιον Αντώνη ότι απ’ αυτόν εδιδάχθη την ανταπόκριση των λέξεων με τα πράγματα.
Φακ. 12 - Τραγική είδηση εφημερίδος για την αποκοπή και πτώση μιας γέφυρας. Τα θύματα πολλά. Σχόλιο πάνω στην περίπτωση του λεγομένου Αντώνη, που κατόρθωσε να διαβεί αντίπερα παρά τα ανακατωμένα νερά του ορμητικού ποταμού. Αναφέρεται συν τοις άλλοις ότι τον έσωσε δεινή κολυμβήτρια, μια κοπέλα ονόματι Άννα, χωρίς η εκδοχή αυτή να γίνεται γενικότερα πιστευτή. Κατά την επίσημο άποψη ομάδος ιατρών, η υπερβαίνουσα τα συνήθη μέτρα αντοχή του διαβάντος εν ζωή απέναντι, οφείλεται σε ιδιάζοντα ψυχισμό που είναι δυνατόν να κάμει το σώμα του ανθρώπου ανθεκτικότερο από τις πέτρες και ταυτόχρονα τόσο ανάλαφρο, ώστε να μπορείς να υποθέσεις ότι κατέβηκαν πλήθος περιστέρια από τον ουρανό και τον ανασήκωσαν.
Φακ. 13 - Επιστολή του Αντώνη που αναφέρει ότι αντάμωσε την Άννα, παρ’ όλο που εκείνη βρισκόταν την ίδια ώρα πολύ μακριά από τη Θεσσαλονίκη. Εν συνεχεία αναφέρεται ότι πάρα πολύ θα τον ενδιέφερε να μπορούσε να πρόφερνε ένα άλφα σαν ωμέγα.
Ερμάριο 8
Φακ.1 - Ιατρική διατριβή περί του υποθαλάμου, χώρου συναντήσεων υπό τη φαιά ουσία της λογικής των παρελθόντων με τα μέλλοντα.
Διήγηση αναφερόμενη σε νεαρά δακτυλογράφο που χτυπώντας τα πλήκτρα της γραφομηχανής σε ώρες ανίας κατόρθωσε να σχεδιάσει ένα σπίτι όπως θα το θελε προκειμένου να ζήσει με τον αγαπημένο της για πάντα.
Φακ.2 - Περιγραφή απογευματινού ύπνου ξαπλωμένης κόρης, σε πολυθρόνα ανοιχτή. Αναφέρεται σαν επιτυχής συνδυασμός λουλουδιών και φτερών προς άγαλμα. Σαν διφυής αριθμός που μ’ εμπιστοσύνη εγκαταλείπει πάσα βιοτική μέριμνα στον άνεμο. Θαυμασία εικών του φωτός στο παρόν. Κίνηση εισόδου συνεχιζόμενη αδιάπτωτα.
Ερμάριο 9
Φακ. 1 - Ιατρική γνωμάτευση όπου η αναφυλακτική από του δέρματος εκδήλωση αποδίδεται στο ούρο που έβρεξε τις παλάμες της και όχι στο γεγονός ότι μετρούσε τ’ άστρα
Ερμάριο 8
Φακ. 4 - Ποίημα ερωτικό αναφερόμενο σε νεαρά κόρη που παρομοιάζει τις φάλαγγες όλων των δακτύλων της με εκστρατευτικά σώματα ικανά να κατακτήσουν τον κόσμο άπαντα.  
Σειρά δίσκων παθιασμένης λαϊκής μουσικής όπου κυριαρχούν οι λέξεις «φιλί, φίλησέ με, φίλα με».
Σημείωμα όπου αναφέρονται ευάριθμοι νεαροί να συμμετέχουν σε γλέντι αντικαθιστώντας τη βροχή με σαμπάνια Gordon Blue περιλούζουν την κοπέλα που ξεστηθώθηκε και ζητούσε να της φέρουν να θηλάσει ένα ψάρι του βυθού το οποίο τρανεύοντας θα χορτάσει όλο τον κόσμο. Και δεν θα βρεθεί άνθρωπος να πει ότι η ζωή δεν είναι ωραία. Μέγα καλό και πρώτο.
Φακ. 5 - Είδηση περί κεραυνωθέντος στον λεγόμενο κήπο του Προβατά. Το περιστατικό ευφυώς αναφέρεται ως γάμος με τη Αστραπή.
Φακ. 6 - Διήγηση για δυο ερωτευμένους μέσα σ’ ένα αυτοκίνητο. Οδηγεί η κοπέλα μεταθέτοντας το μοχλό. Πρώτη, Δευτέρα. Νεκρά. Τρίτη, Τετάρτη. Όπισθεν. Φεύγει εγκαταλείποντας τα παλάτια των Ατρειδών και τ’ ανθρωποφάγα δείπνα. Δεν βάνει με το νου της τον Άδη γιατί κι αν φτάσει εκεί κάποτε, θα χαρίσει αντάλλαγμα της λευτεριάς το παρελθόν της γέλιο.
Η μαργαρίτα που κρατάει η μικρή Άννα είναι το μόνο ερώτημα κι η μόνη απάντηση για όλο το σύμπαν.
Φακ.7 -  «Σα ν’ αργάει πολύ ο χρυσός μου» σκέφτεται. Εφτά ονόματα. Εφτά σκαλιά. Εφτά μέρες. Μια εβδομάδα. Κι αν είναι να κάνει μήνες; Τι θα γίνει; Στα 7 χρόνια λένε αλλάζει όλο το σώμα κι εγώ δεν τον φίλησα ακόμα, ούτε σ’ ένα σημείο αυτουνού που είναι τώρα».
Ερμάριο 4
Φακ. 2 - Δημοσίευμα εφημερίδος αναφερόμενο στη συνήθεια που είχε κάποτε επικρατήσει να φοράν οι εραστές δαχτυλίδια καμωμένα από τα μεταλλικά κουρέλια των πεσμένων και κατεστραμμένων αεροπλάνων.
Επιστολή όπου περιλαμβάνονται όσα είπε η Άννα εξαφορμής του χαμού του Αντώνη. «Κανένας ποτέ δεν χάνεται, οι πάντες κάπου υπάρχουν».
Ερμάριο 6
Φακ.5 - Αφήγημα αναφερόμενο σε φοιτητή που είχε τοποθετήσει σε περίοπτη θέση μέσα στο δωμάτιό του τον εσωτερικό πάτο ενός παπουτσιού της κοπέλας που αγάπησε, όταν εκείνη έφυγε.
Ερμάριο 3
Φακ. 2 - Σημείωμα αναφερόμενο στην αριθμητική ταύτιση του κύριου ονόματος της με την αγάπη. Αγάπη=1 και Άννα=1. Κατόπιν ξέροντας ότι οι δυο αυτές λέξεις, το ίδιο και παρόμοια, ισούνται ποιοτικά με το 10, γάμο της αγάπης με το τίποτα, κατάλαβε ότι είχε μπροστά της τον άνθρωπο ολόκληρής της της ζωής.
Φακ.7 - Αφήγηση περιστατικού όπου αναφέρεται ότι μετά από 3 ώρες σκληρών διαπραγματεύσεων με τον ιδιοκτήτη του ακριβού ρεστωράν, τον είδαν να βγαίνει κουβαλώντας έναν τεράστιο καθρέφτη στον οποίο πριν 30 χρόνια και για 10 μόνο λεπτά είχε καθρεφτιστεί μέσα η αγαπημένη του.
Ερμάριο 9
Φακ.8 - Στοχασμοί πάνω στην ευθύγραμμη πορεία της ζωής. Τονίζεται ως διαφορά η έννοια του αποχαιρετισμού. Περιέχει στοιχεία διάφορα της προς τα πρόσω πορείας. Το ανέμισμα του μαντιλιού. Την κραυγή που σκεπάζει τον ουρανό με σύννεφα. Το βλέμμα που θολώνει με βροχή το παράθυρο. Κινήσεις σε μιαν άλλη διάσταση, εκτός ευθείας. Πλήρωση της παρούσης στιγμής με το χθες και το αύριο.
Ο σκηνοθέτης τελειώνει τη μακρά σειρά των υποδείξεων και εξηγήσεων, υπογραμμίζοντας ότι παρόμοιο έργο αποπροσωποποίησης του ερωτικού υλικού μιας επιστολής, απαιτεί μακρά απασχόληση των ακροβατών με έννοιες εκτός από τα άμεσα συμφέροντα που αντιλαμβάνονται οι αισθήσεις. Χωρίς καμιά αμφιβολία και δισταγμό αντίκρυ στην αγάπη που ενώνει τα πάντα, παρελθόντα και μέλλοντα, στη δοξολογία της άπειρης στιγμής του νυν και αεί.


Η Μαίρη Γιόση διάβασε ποιήματα του Αλέξη Τραϊανού:

"Μετέωρο σπίτι" (από τη συλλογή Μικρές Μέρες του 1973)
"Αύριο θα χιονίσει" (από τη συλλογή Cancerpoems του 1977)
"Σύνδρομο του Ελπήνορα ή ΄Ετοιμος" (από την ομώνυμη συλλογή του 1984)
και απόσπασμα από το ποίημα "Κατοικίδιος σκορπιός" (από τη συλλογή Cancerpoems του 1977)

- όλα από τη συγκεντρωτική έκδοση με τίτλο Φύλακας Ερειπίων. Τα ποιήματα, που επιμελήθηκαν ο Αλέξης Ζήρας και ο Στέφανος Μπεκατώρος, εκδ. Πλέθρον, Αθήνα 1991.

Ο Σταμάτης Πολενάκης διάβασε τα ποιήματα του Άνθου Φιλητά:

''Λεωνόρα'' 
''Αγάπη''
''Η σελήνη''
''Επαρχιακό νοσοκομείο''

- από το τεύχος των Σημειώσεων, αρ. 55, του Νοεμβρίου 2001.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου