20130212

φεβ. 2013 _ αλεξάνδρα πλαστήρα + παυλίνα μάρβιν


Στις 12 Φεβρουαρίου 2013, στην Ελληνοαμερικανική Ένωση, η Αλεξάνδρα Πλαστήρα και η Παυλίνα Μάρβιν παρουσίασαν τις 'ποιητικές αυτοπροσωπογραφίες' τους. Τρία ποιήματα από εκείνα που διάβασε η Α.Π. δημοσιεύθηκαν τον Αύγουστο 2013 στο "The Books' Journal", ενώ της Παυλίνας Μάρβιν, τον Φεβρουάριο 2014:





















Αλεξάνδρα Πλαστήρα


ΤΟΜΕΑΣ

Τους τάφους
τούς κάνω εξοχικούς
απόλυτα φυσικούς
Γι’ αυτό και έχουν
πολλούς θαυμαστές
Γιατί έχω δουλέψει σκληρά
για να ’ναι οι τάφοι μου αξέχαστοι
κι εγώ αξιέπαινη 



ΚΑΤΙ ΔΕΝ ΠΗΓΕ ΚΑΛΑ 

Από τότε διίσταμαι
κατά πού να πάω
Δεν έχω πείρα
Δεν έχω οδηγό
Δεν έχω ξαναπάθει 
τέτοια νίλα
Βρε αγάπη μου
για κάνε κι εσύ 
μια προσπάθεια
Πού να εστιάσω
Κάτω είσαι 
ή πάνω;



ΠΑΤΗΜΕΝΟΙ ΟΡΚΟΙ 

Ας βάλουμε τα πιάτα στη θέση τους
θα κατεβούμε ξυπόλητες τη σκάλα
Καφές και τσιγάρα στην όχθη
και το ξυλόσπιτο απέναντι
Εκεί θα ζούσαμε αν χώραγε
τα πελώρια νιάτα

*



























Παυλίνα Μάρβιν

ΟΙΚΙΑΚΟΣ ΒΟΗΘΟΣ

Συνήθως προσπαθείς να με γιατρέψεις·
μες στο μαλλί της γριάς θα φυτέψεις
δραμαμίνες. Και μπούκωμα μερέντα
με κάρδαμο απ’ τα χέρια σου ώστε ρέντα

να έχω στα δύσκολα. Μου πήρες σκύλο,
Κορδονίσιμους λέγεται. Και γάτους
τρεις, που με μια κουκουβάγια φίλο
τετράδυμα έγιναν·

μου απαγγέλλουν με σθένος. Έτσι, βγήκα
μωρό γραφέας παραδοξολόγος.
Μου ισιώνεις τη χωρίστρα, μια-δυό, αναλόγως

πόσο απέχω απ’ την τρύπα
στην οποία συχνά πέφτω και κλαίω.
Φτύνω την πιπίλα, κούνημα, λέω,

θέλω ― και πώς καταλαβαίνεις.

*

ΠΡΟΛΑΒΕΣ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΙΣ ΤΟΝ ΡΙΛΚΕ;

Έκοβε τα μαλλιά του στους διαδρόμους
της πολυκατοικίας. Διερωτόμουν,
μαζί του στο ανσανσέρ, ενώ ανερχόμουν
στον τρίτο, με ψαλιδισμένους ώμους

από τον φόβο: Δεν έχει καθρέφτες
στο σπίτι; Με κεριά, μου είπαν κατόπιν,
πως τη δόση του φτιάχνει. Με δε φταις
αγόρι μου, του φέρναν γάλα (και το ’πινε

όλο), γειτόνισσες συντρέχτρες, που είναι
δύσκολη η ζωή. Τα Γράμματα σ’ έναν
νέο ποιητή, βρήκα μια νύχτα στη θυρίδα.

Ξέσπασε πυρκαγιά· τον βάζαν, είδα,
στο κλουβί, καθώς έπαιζε Kill Bill ― και
με ρώτησε αν διάβασα τον Ρίλκε

*

Η ΤΗΛΕΦΩΝΙΚΗ, ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

Μπήκα στο μπάνιο τάχα μου για λίγο·
πέρασαν, για να βγω, τέσσερις ώρες.
Όρθια στο ντους. Ποιος ξέρει σε ποιες χώρες
βρισκόμουνα. Αδύνατον να φύγω.

Βγήκα κατόπιν σαν βρεγμένη γάτα.
Άλουστη. Και με πονεμένα μέλη.
Ήθελα πια να φάω φρούτα με μέλι,
να ξεχαστώ, να πλύνω και τα πιάτα.

Δεν με ενέπνευσε το μήλο που έπιασα στα χέρια μου.
Σήκωσα το τηλέφωνο να πάρω τον αυτόν,
κι άκουσα τη φωνή της: είναι σκάρτος, άφησ’ τον

― μαμά μου που ενσύρματη έκανες τη ζωή σου,
κι οι κόρες σου ούτε θα ρωτήσουν
πόσα χρόνια είσαι στο ακουστικό.